του Σταύρου Χριστοδούλου, φοιτητή Νομικής ΔΠΘ
Η ανεξαρτησία
της σκέψης είναι η πιο αριστοκρατική
υπερηφάνεια (Πλάτων)
«Εξαρτώμαι» σημαίνει αναρτώ εξ εμαυτού,
δηλαδή υφίσταμαι ως επακολούθηση μιας
άλλης κατάστασης την οποία δεν εξουσιάζω.
Επιστημονικά δε, η εξάρτηση ορίζεται
ως έντονη προσήλωση ενός ατόμου προς
ένα αντικείμενο ή άλλο άτομο. Μάλιστα,
ο εξαρτώμενος επικεντρώνει την ζωή του
γύρω από το αντικείμενο της εξάρτησης
του. Αποτελεί μια συνήθεια αυτοματοποιημένη,
μια βαθειά και δυσβάσταχτη νόσο του
συστήματος ανάγκης επιβραβεύσεως του
εγκεφάλου. Ο σημερινός πολίτης δεν έχει
μάθει να δρά, να πράττει, να λογίζεται
ανεξάρτητα, δηλαδή αυτοβούλως, χωρίς
ένα εξωτερικό σημείο αναφοράς
«αποδεδειγμένου» κύρους. Βέβαια, δεν
συνιστά καινό φαινόμενο, πάντοτε
υφίστατο, χωρίς όμως να είναι κυρίαρχο.
Επί τη ευκαιρία, ας αναλογιστούμε την
χρήση αυθεντιών στο λόγο. Αν εξετάσει
κανείς την αποσπασματική χρήση τους,
είναι απαράδεκτος τρόπος πειθούς, αφού
μια φράση ή πρόταση ενός αναγνωρισμένου
κύρους προσώπου που διαφαίνεται να
συμφωνεί με την τάδε ή δείνα θέση, δεν
σημαίνει πως έχει και απόλυτο δίκιο
στην συγκεκριμένη ειδικά καθορισμένη
περίσταση. Κι όμως! Έχει δίκιο, γιατί
δεν μπορεί αυτή η προσωπικότητα να έχει
άδικο, ή γιατί είμαστε εν συγκρίσει προς
την δημόσια άποψη εμφανώς κατώτεροι
δια να κρίνουμε. Ποιος όμως είπε ότι η
«λογική» έρχεται ως αποτέλεσμα της
δημόσιας γνώμης και δεν κατατρέχει τις
προσωπικές πνευματικές ικανότητες που
οι πολλοί δεν έχουν δει ή δεν επιθυμούν
να εκτιμήσουν σε μια προσωπικότητα;
Συνεπώς, ένα παράδειγμα για τον φόβο
της προσωπικής ευθύνης που μας καταβάλει,
συνιστά αυτή η ανερμάτιστη προσκόλληση
σε κάθε τύπου «δημόσια αναγνωρισμένες
αυθεντίες».
Ο εξαρτημένος δεν
μπορεί να δρά αυτοβούλως. Είναι υποχείριο
της έξης του. Το ερώτημα που θα ετίθετο
περιστρέφεται γύρω από την εξάρτηση
ατόμου-κοινωνίας, διότι ένας ακοινώνητος
είναι ή θεός ή ζώο. Ωραία τα λόγια περί
αποδέσμευσης σε άλλους τομείς, αλλά πως
λύεται αυτό το θεμελιώδες ζήτημα; Αν
δεν είναι τίποτα από τα δύο, είναι
άνθρωπος, και κατά συνέπεια εξαρτημένος.
Η κρίση όμως είναι λαθεμένη διότι, ο
άνθρωπος είναι συναισθηματικά μόνο
φύσει κοινωνικός, πνευματικά και ψυχικά
οφείλει να είναι ανεξάρτητος. Όλοι
βιώνουν την έλξη προς τον συνάνθρωπο,
ο προσωπικός αγών όμως είναι που αξίζει,
κρίνεται και εκτιμάται, όχι οι διαπροσωπικές
σχέσεις. Καμία προσωπικότητα στην
ιστορία δεν επαινούμε για τα social
skills της, αλλά για τις
θαυμαστές ικανότητες της. Η μάχη στα
Γαυγάμηλα, το σχέδιο εκχριστιανισμού
των Σλάβων από τους Βυζαντινούς,
απελευθερωτικός αγώνας του ’21, η ταχεία
μεταστροφή του στρατού του βασιλέως
Κωνσταντίνου προς την Θεσσαλονίκη με
τον λαό να ξηλώνει τα σπίτια του για να
περάσει το στράτευμα το ποτάμι, το έπος
αντιστάσεως στο Ρούπελ το ’40, δεν ήσαν
κοινωνικές αβρότητες, αλλά δεξιότητες
προσωπικοτήτων με μπόλικο πατριωτικό
όραμα, χωρίς κανένα εξωτερικό σημείο
αναφοράς πέραν της ατομικής εμπνεύσεως.
Συνάγουμε λοιπόν, ότι η επαμφοτερίζουσα
στάση του ανθρώπου ως κοινωνικού και
ανεξάρτητου- ελεύθερου συνάδει κατά
τον βίον. Έχει όμως την υποχρέωση να μην
συγχέει την συναισθηματική έλξη με την
πνευματική και ψυχική αυτοτέλεια, διότι
τότε ετεροπροσδιορίζεται, λειτουργεί
ως φερέφωνο, χάνοντας την προσωπικότητα
του. Από την άλλη μεριά τώρα, αν η εμπειρία
δεικνύει πως οι άνθρωποι κατά συντριπτική
πλειοψηφία είναι «υποτακτικοί» σε
ιδέες, γνώμες, καταστάσεις χωρίς περαιτέρω
προσωπική κριτική σκέψη, σημαίνει πως
η κοινωνία μαστίζεται από την «εξάρτηση»,
η οποία με την σειρά της τεκμηριώνει
τον τρόμο χάραξης ανεξάρτητης πορείας
προς υλοποίηση μιας (μικρής ή μεγάλης,
σίγουρα όμως μεστής) προσωπικότητας.
Νέοι και γέροι φοβούνται να σκεφτούν,
να πράξουν, να τολμήσουν ελεύθεροι και
προσκολλώνται σε άλλους. Αυτό είναι
το μεγαλειώδες πρόβλημα.
Πρώτιστα, αυτή η εξαρτημένη πορεία
δημιουργεί την λεγόμενη «διαπλοκή».
Διαπλοκή είναι η συνύφανση, η συνταύτιση
προσώπων προς την κίνηση αόρατων νημάτων
και την τελική ικανοποίηση των ιδιοτελών
συμφερόντων. Επί διαπλοκής, ο τελευταίος
τροχός του συρφετού, είναι όσο δέσμιος
είναι και ο πρώτος, ο ρυθμίζων την
διαδικασία, αφού έχει ο ένας απόλυτη
ανάγκη των άλλον. Είναι δε εύδηλο, ότι
λειτουργούν αυτές οι τάσεις εις βάρος
των ανεξάρτητων, που από αρετή και
πατριωτισμό αρνούνται να λερώσουν τα
χέρια τους με την λάσπη της υποδούλωσης
και της θανατηφόρας μόλυνσης της
προσωπικότητας. Η οικονομία βέβαια, που
δεν αφήνει τις παθογένειες να χρονίζουν
και αυτορυθμίζεται, ήδη από πολύ νωρίς
έλυσε τα ζητήματα διαπλοκής και
αλληλεξαρτήσεων που έβαλαν αδυσώπητα
τον ανταγωνισμό. Η νομοθεσία anti-trust
στις ΗΠΑ, ξεκίνησε όταν ένας μεγαλοφυής
επιχειρηματίας, ο D.Rockefeller
με την Standard Oil
Company διέλυσε τους
ανταγωνιστές του, σχηματίζοντας το
μεγαλύτερο μονοπώλιο που είχε δεί η
ελεύθερη αγορά. Η σχετική νομοθεσία
λύει το κενό του συστήματος σε σχέση με
τις συγχωνεύσεις που ακυρώνουν τον
ανταγωνισμό, αφού πλέον είναι γνωστό
ότι «άνθρωποι από το ίδιο σινάφι σπάνια
συναντώνται χωρίς να καταλήγει η συζήτηση
σε συνωμοσία εναντίον του κοινού
συμφέροντος» (Adam Smith).
Δυστυχώς η «πολιτική», που σχετίζεται
με τα πάθη του ανθρώπου μόνο σε ελάχιστες
και μικρές περιόδους κατόρθωσε να
ανεξαρτητοποιηθεί οδηγώντας τους
πολίτες στον σχηματισμό «αληθούς
κοινωνίας» και όχι στην καπήλευση της
μικρής δύναμης τους. Πολιτικά λόμπι, με
μηχανισμό αλληλοεξαρτώμενων φερέφωνων
παλεύουν για την κατάληψη μιας εξουσίας
που ποτέ δεν θα ικανοποιεί τον «αγαθό»
σκοπό της. Περιττό να αναφέρουμε πως
αυτή η διαδικασία πληγώνει αιματηρά το
«έθνος». Η εξάρτηση και η διαπλοκή
κατευθύνονται από την ακόρεστη δίψα
για πλουτισμό, δόξα, φήμη ∙
η ιδιοτέλεια αντιστρατεύεται την εθνική
ομοψυχία. Καλύτερα έξω από το μαντρί,
εναντίον του λύκου, υπέρ του έθνους,
παρά μέσα με υποβολιμαίες όλες τις
σκέψεις, θα λέγαμε παραφράζοντας την
γνωστή φράση.
Αυτό που πρέπει
να προστεθεί είναι πως η εξάρτηση
ακυρώνει την δημοκρατικοποίηση εν τοις
πράγμασι. Αν ο καθένας δεν σκέφτεται
και δεν πράττει βάσει λογικής στα
ζητήματα που καλείται να ψηφίσει, αλλά
είναι υποχείριο κάποιας άποψης, τότε
δεν συγκεντρώνεται η αληθής προσωπική
και αυτοβούλως διαμορφωθείσα γνώμη
όλων, ώστε να μετρηθεί η σωστή, από τα
κομματάκια που ο καθένας θέτει στο
ψηφιδωτό της συνολικής άποψης (ο
Αριστοτέλης το όρισε ως «οχλοκρατία»).
Γνωρίζουμε δηλαδή εξ υπαρχής ότι υπάρχουν
μόνο δύο ή τρεις γνώμες, τις οποίες και
οι άλλοι θα ακολουθήσουν λόγω του φόβου
που θα έχει υπερκεράσει την λογική
(επειδή π.χ. τυγχάνει ο φίλος ή η σύζυγος
να ακολουθούν την τάδε ή δείνα γνώμη).
Η Δημοκρατία, για την οποία τόσος λόγος
γίνεται «ολημερίς και ολονυχτίς»
φαλκιδεύεται από το πρωτότοκο τέκνο
της μετριότητας, την εξάρτηση. Ο λόγος
που υπάρχει η μετριότητα είναι μια άλλη
συζήτηση βέβαια. Ίσως επειδή κανείς δεν
τους έμαθε να κινούνται από ανώτερα
κίνητρα.
Συμφωνούμε όλοι, οι
εχέφρονες, πως ο «υπαρκτός σοσιαλισμός»
κατέρρευσε παταγωδώς, πως «η λαϊκή
κατοχή των μέσων παραγωγής» ήτο
αντι-ανταγωνιστή, πως η αλληλεξάρτηση
σε όλα τα επίπεδα αντιτίθετο σε κάθε
ανθρωπιστικό σχήμα, πως σκότωσε χιλιάδες
εκατομμύρια ανθρώπους επειδή δεν ήταν
«κοινωνιοκεντρικοί», πως επέβαλε έναν
σατραπισμό σκληρό και επίμοχθο,
φρικιαστικό, που υποβάθμισε και εξαχρείωσε
τον άνθρωπο. Δηλαδή, οι προκείμενες των
συλλογισμών στο «Κεφάλαιο» δε οδήγησαν
ποτέ στην εποποιία της μακάριας επίγειας
ζωής. Άρα, οι άνθρωποι κατάλαβαν ότι η
«κοινωνική κατοχή», η κοινοκτημοσύνη,
με αυτόν τον α λα καρτ τρόπο, μόνο το
αίμα προήγαγε. Έπρεπε τότε να στραφούν
στο αντίπαλο δέος, την απόλυτη ατομική
ευθύνη, την πίστη στις προσωπικές
δυνάμεις, στο θάρρος της προσωπικής
γνώμης, στην ανεξάρτητη και μακριά από
τσιτάτα κοινωνικής-λαϊκής-συντροφικής-παλλαϊκής
δυσκαμψίας και οπισθοδρόμησης. Το
«έθνος», στο οποίο πιστεύουμε έχει
ανάγκη από ανεξάρτητα πρόσωπα, αυτόφωτα,
και ανιδιοτελή. Μέχρι στιγμής το μόνο
μοντέλο που εγγυήθηκε την όσο το δυνατόν
δικαιότερη πρωτογενή διανομή εθνικού
εισοδήματος, την ανεξάρτητη πορεία άνευ
οσφυοκαμπτικών μεθόδων και την ευχερή
σε σχέση με άλλες εποχές κοινωνική
κινητικότητα ήταν ο καπιταλισμός.
Αντίθετα, όταν ο καπιταλισμός συνδέεται
με υπολείμματα και τεχνικές κρατικιστικές,
ήτοι σοσιαλιστικές, η εξάρτηση(που
βαφτίζεται κοινωνική συνεργασία)
υποσκάπτει την προγενέστερη πρόοδο.
Και τούτο γιατί παραφράζει την κοινή
αντίληψη πως «δεν περιμένουμε το ψωμί
από την καλοκαγαθία του φούρναρη αλλά
από τα ανταλλάγματα που του προσφέρουμε
για το ψωμί αυτό» ∙ η «κοινωνικοποιητική»
διαδικασία λοιπόν μετέρχεται μια τόσο
ωραία λέξη για να μας τονίσει ότι δεν
πρέπει να βασιζόμαστε στα ανταλλάγματα
αλλά στην καλοκαγαθία του φούρναρη.
Μόνο που κάποτε θα τελειώσει η πίστωση
και θα βρεθούμε χωρίς σπίτι! Ξεκάθαρο
τέτοιο παράδειγμα είναι η χώρα μας. Η
λογική λοιπόν και η ψυχή είναι στην
μεριά της μοναχικότητας, τα συναισθήματα
στην απέναντι όχθη. Δεν είναι μήτε
πρέπον, μήτε σώφρον, να διαταράσσεται
η ισορροπία των δύο πλευρών με την
επικάλυψη της λογικής και της ψυχής από
τα ψοφοδεή συναισθήματα. Αν νικήσουμε
σε ατομικό επίπεδο, τότε και η κρατική
πορεία θα μεταστραφεί προς την απεμπόληση
της κυβερνητικής-κρατικιστικής εξάρτησης
και της διαπλοκής.
ΤΙ
ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΛΛΑΞΕΙ
Δεν θα
συζητήσουμε καθόλου για παρέμβαση της
κυβερνητικής πολιτικής, διότι θα ήμασταν
αιθεροβάμονες και αντιφατικοί. Εργασία
του κράτους είναι η μερική συνεισφορά
στην προσπάθεια ευημερίας του έθνους,
στην αναγέννηση του, στην προστασία
του και την ειρηνική διαβίωση. Θα
συζητήσουμε όμως ανοιχτά για την
κουτσουρεμένη πια οικογένεια. Αυτή έχει
το βάρος διαπαιδαγωγήσεως των νέων
παιδιών, να τους μάθει να αποδοκιμάζουν
τις εξαρτήσεις, τις χάρες, την διαπλοκή,
και να προσδοκούν να τιμηθούν για την
δική τους αξία, αυτή που αυτά έχουν και
κανείς άλλος δεν έχει αφού είμαστε όλοι
διαφορετικοί, συνθέτοντας τον μεστό
χρωμάτων πίνακα της ουσιαστικής ανθρωπιάς
του πιο εμπνευσμένου ζωγράφου- κι ένα
χρώμα να λείψει, θα αποζητά ο ζωγράφος
την απατούσα τελειότητα του. Θα τους
διδάξει την «λογική», από αυτά τα απλά,
τα καθημερινά, που θα φθάνει με τους
κανόνες της έως τα μεγάλα, τα σύνθετα,
για να μην έχουν ανάγκη την τυφλή
προσήλωση στον κάθε τσαρλατάνο δημοκόπο.
Καταλήγοντας θα αναγκάσουμε αυτές τις
μεγάλες προσωπικότητες να εγκαταλείψουν
τους γυάλινους πύργους του ζαμανφουτισμού
που έχουν ακριβοπληρώσει και να ενταχθούν
στην δημοσία σφαίρα, κοιτώντας να
επηρεάσουν, να προτείνουν, να αναλάβουν
ευθύνες, και να φέρουν την ελληνοκεντρική
αλλαγή που έχει ο τόπος ανάγκη. Με δυο
λόγια, να εμπνεύσουν.
Αν το κάθε
κομμάτι του συνόλου αποβάλλει τον φόβο
της ελευθερίας, τότε και το σύνολο θα
στηριχτεί στα δικά του πόδια, ελεύθερο
και ανεξάρτητο, κυρίαρχο στα πάθη του,
με τους μέντορες της διαπλοκής να μην
βρίσκουν ούτε ένα υποχείριο να δέχεται
τον εξευτελισμό να πουλήσει την ψυχή
του για μισό καρβέλι ψωμί περισσότερο.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο δεν θα χρειάζεται
να συζητάμε ποιος θα είναι επί της αρχής,
ποιος θα κυβερνά, αφού οι άξιοι σίγουρα
θα έχουν καταλάβει τις θέσεις που η φύση
τους προσέφερε την μέρα που
γεννήθηκαν.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Όταν ο ποιητής γράφει πως «θέλει
αρετή και τόλμη η ελευθερία», συμπυκνώνει
σε τέσσερις λέξεις όλο τον νόημα του
αγώνος στην ζωή. Είναι δύσκολο, επίμοχθο,
και πολλές φορές δυσβάσταχτο να είναι
κανείς ανοιχτός στον διάλογο και στα
επιχειρήματα, να παλεύει με την δική
του δύναμη, στηριζόμενος στα δικά του
πόδια, χωρίς εξαρτήσεις και γλοιώδεις
στάσεις. Το «είμαι κύριος του εαυτού
του» μεταφράζεται πως δεν μπορείς να
με αγγίξεις επειδή δεν βάλλομαι γιατί
πατάω σε βάσεις που εγώ έχτισα και ξέρω
πολύ καλά ότι δεν θα με αφήσουν αν πέσω.
Αν σου χτίσει άλλος τις βάσεις, γνωρίζεις
πως μπορεί και να στις ρίξει. Παρατηρείται
δυστυχώς το φαινόμενο στην Ελλάδα να
λογίζονται όλοι, σχεδιάζοντας την ζωή
τους στις πλάτες των άλλων, βάσει ποταπών
εξαρτήσεων, με αποτέλεσμα ο άλλος να
τους «κρατά στο χέρι». Με τέτοιο τρόπο
όμως, ακόμα και ο πιο ηθικός πατριώτης
θα λυγίσει προ της πιθανής κατάρρευσης
του κόσμου στον οποίο ζει.
Anti-trust
νομοθεσία στις ανθρώπινες σχέσεις δεν
υπάρχει, ας ελπίσουμε ότι είναι πιθανό
να αλλάξει η επικρατούσα νοοτροπία.
Άλλως τε, τούτα είναι τα σημαίνοντα και
με τούτα αξίζει να καταπιάνεται κανείς∙
από σημαινόμενα «μπουχτήσαμε».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Μας ενδιαφέρουν οι άποψεις σας και οι διαφωνίες σας.
Ο γόνιμος διάλογος μας κάνει όλους πιο σοφούς.